Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Φύλλο Εργασίας Δ΄ φάσης (κοινό για όλες τις ομάδες)

Αποστολή της ομάδας σας είναι να συγκροτήσετε έναν ενιαίο πίνακα με όλες τις λέξεις που έχουν συλλέξει όλες οι ομάδες από τις προηγούμενες εργασίες τους. Ο πίνακας αυτός θα αποτελέσει το θεματικό λεξικό της ομάδας σας.
Άσκηση 1
Συμβουλευόμενοι το λεξικό σας, φτιάξτε μία άσκηση λεξιλογίου για τους συμμαθητές σας, με τη μορφή Σχόλιο-Δημοσίευση, με σκοπό να εξετάσετε την εμπέδωση του σχετικού με το πείθω λεξιλογίου. Να τη δημοσιεύσετε, αφού γράψετε το όνομα της ομάδα σας.
Άσκηση 2
Φτιάξτε τώρα μία παράγραφο 80-100 περίπου λέξεων, με τη μορφή Σχόλιο- Δημοσίευση, προσπαθώντας να χρησιμοποιήσετε εύστοχα όσες περισσότερες λέξεις σχετικές με το πείθω μπορείτε.
Στη συνέχεια, θα κληθείτε να λύσετε την άσκηση 1 που δημιούργησαν οι τέσσερις άλλες ομάδες και να μετρήσετε τις ετυμολογικώς συγγενείς λέξεις του πείθω που χρησιμοποιούνται εύστοχα στις παραγράφους των άλλων ομάδων.

Νικήτρια θα αναδειχθεί η ομάδα που θα κάνει τα λιγότερα λάθη στην άσκηση 1 και θα χρησιμοποιήσει τις περισσότερες παράγωγες και σύνθετες λέξεις του πείθω εύστοχα στην παράγραφό της.

10 σχόλια:

  1. πειθώ - ενέργεια
    πιθανός, επίθετο
    πιθανότητα, παράγωγο επιθέτου
    Α' Συνθετικό
    πειθαναγκάζω-πείθω+αναγκάζω-ρήμα
    πειθαναγκασμός-πείθω+αναγκασμός-ουσιαστικό
    πειθαρχείο-πείθω+αρχείο-ουσιαστικό
    πειθαρχημένος -η -ο - πείθω+αρχή-επίθετο
    πειθαρχώ - πείθω+ άρχω- ρήμα
    Β' Συνθετικό
    αντιπειθαρχικός- αντί+πείθω+αρχικός-επίθετο
    απειθάρχητος- α+πείθω+άρχω-επίθετο
    απειθαρχία-α+πείθω+άρχω-ουσιαστικό
    απείθαρχος- α+πείθω+άρχω-επίθετο
    απειθαρχώ- α+πείθω+άρχω-ρήμα
    απειθής- α+πείθω- επίθετο
    αυτοπειθαρχία-αυτό+πείθω+άρχω-ουσιαστικό
    αυτοπειθαρχούμαι
    ευπείθεια-ευ+πείθω-ουσιαστικό
    ευπειθής-ευ+πείθω-επίθετο
    μεταπείθω-μετά+πείθω-ρήμα
    παραπείθω-παρά+πείθω-ρήμα
    πιθανολογία πιθανός
    απίθανος -η -ο πεποίθηση
    αυτοπεποίθηση

    Ποια είναι η παρακάτω λέξη; όποιος την βρει κερδίζει ένα μπισκοτάκι^^♥
    Π_ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ς

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΟΜΑΔΑ 5
    Α)πιθανός,που μπορεί, που είναι δυνατό να συμβεί, να υπάρξει ( Πιθανός τίτλος του σαββατιάτικου σόου, που θα συνδυάζει την ψυχαγωγία με τα στοιχεία κοινωνικού χαρακτήρα, είναι "Κερνάω απόψε εγώ)
    Β)πιθανότητα, η ιδιότητα του πιθανού, το ενδεχόμενο, η δυνατότητα να συμβεί, να υπάρξει (Πώς όμως θα προσδιορίσουμε για κάθε ενδεχόμενο ενός πειράματος τύχης την πιθανότητά του?)

    Α)πιθανολογία, λόγος που παρουσιάζει κτ. ως πιθανό, που βασίζεται σε πιθανότητες ή σε υποθέσεις.
    Β)απίθανος, που δεν μπορεί εύκολα να γίνει πιστευτός, που δεν είναι πιθανός.
    Γ)πιθανοκρατία, θεωρία, σύμφωνα με την οποία, επειδή η γνώση της απόλυτης
    αλήθειας είναι αδύνατη, το μόνο εφικτό είναι η προσέγγιση της πιθανότερης εκδοχής.( Η πιθανοκρατια υποστειριζει οτι δεν μας δινει τιν απολιτι αληθεια.)
    Δ)πιθανολογώ, εμφανίζω, παρουσιάζω κτ. ως πιθανό, μιλώ βασισμένος σε πιθανότητες
    ( Πρέπει να μιλάμε στηριγμένοι σε γεγονότα κι όχι να πιθανολογούμε.)
    Η σημασια των παραπανω λεξεων ειναι ιδιες με τα αρχαια ελληνικα τους
    συνθετη λεξη αυτοπεποιθηση: η πεποίθηση, η εμπιστοσύνη κάποιου στον εαυτό του, στις δυνάμεις του και στις ικανότητές του:

    παραγωγη λεξη πεποιθηση: πεποίθηση σταθερή γνώμη, άποψη, βεβαιότητα ότι αυτό που θεωρεί κάποιος σωστό ισχύει πραγματικά


    προτασεις: εχω την πεποιθηση οτι θα γραψω καλα στο διαγωνισμα

    αυτοπεποιθηση: Αποκτήστε αυτοπεποίθηση και χαμογελάστε στη ζωή

    ΟΙ σημασιες στην αρχαια και στην νεα ελληνικη ειναι ιδιες

    πειθώ->η ικανότητα προσώπου να πείθει με το λόγο τους άλλους
    πρόταση: Τους έπεισε με τα λόγια του.
    πειθαναγκάζω->αναγκάζω κπ. να συμφωνήσει μαζί μου και να με υπακούσει, χρησιμοποιώντας ψυχολογική βία ή απειλές.
    προταση: Τον πειθανάγκασα να μου πει τι της είχε πει.
    πειθαναγκασμός->η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του πειθαναγκάζω
    πρόταση: Κακό πράγμα ο πειθαναγκασμός
    πειθαρχείο->ειδικός θάλαμος για τον εγκλεισμό στρατιωτών τιμωρημένων για πειθαρχικό παράπτωμα.
    πρόταση: Το πειθαρχείο έκλεισε χωρίς λόγο
    πειθαρχημένος->που έχει μάθει και πειθαρχεί: Πειθαρχημένοι στρατιώτες.
    πρόταση: Ήταν πολύ πειθαρχημένοι οι Αρχαίοι Έλληνες.
    πειθαρχώ ->πείθομαι (εκούσια ή αναγκαστικά) και υπακούω σε κανόνες ή εντολές· πρόταση:Πειθαρχώ στους νόμους της πολιτείας.
    αντιπειθαρχικός->που χαρακτηρίζεται από άρνηση ή παράβαση των κανόνων της πειθαρχίας.
    πρόταση: Aντιπειθαρχική συμπεριφορά έχει ο Γιάννης διότι πάραβασε τους κανόνες πειθαρχείας
    απειθάρχητος->που δεν του έχουν επιβάλει ή που δεν μπορούν να του επιβάλουν πειθαρχία.
    πρόταση: Aπειθάρχητο μυαλό είναι το μυαλό της Μαρίας επειδή δεν μπορούν να της επιβάλουν πειθαρχία.
    απειθαρχία->η έλλειψη πειθαρχίας
    πρόταση: Υπάρχουν πολλά παιδία με απειθαρχία μιας και δεν σέβονται
    απείθαρχος-> που συνήθίζει να απειθαρχεί.
    πρόταση: Αυτός είναι πολύ απείθαρχος χαρακτήρας
    απειθαρχώ->αρνούμαι να εκτελέσω αυτό που με διέταξαν.
    πρόταση: Απειθαρχώ σε όλες τις διαταγές τον άλλον.
    απειθής->που δεν υπακούει σε, θεσμοθετημένους κυρίως
    πρόταση:Είναι αυπειθής με όλους τους νόμους
    αυτοπειθαρχία->η πειθαρχία που επιβάλλει κάποιος στον εαυτό του
    πρόταση: Για να πετύχει κάποιος στο διάβασμα χρειάζεται αυοτοπειθαρχία
    αυτοπειθαρχούμαι->επιβάλλω πειθαρχία στον εαυτό μου
    πρόταση:Αυτοπειθαρχούμαισε σοβαρά ζητήματα που με αφωρούν
    ευπείθεια->η ιδιότητα του ευπειθούς
    πρόταση: Η ευπείθια του καθενός είναι πολύ σημαντικό.
    ευπειθής->που υπακούει με προθυμία σε θεσμοθετημένους κυρίως κανόνες
    πρόταση: Ο Κανέλλος είναι πολύ ευπειθής με τους νόμους.
    μεταπείθω->κάνω κπ. να αλλάξει ορισμένη απόφαση ή γνώμη
    Πρόταση: Προσπαθώ να μεταπείσω τον καθηγητή μας να μην μας βάλει διαγώνισμα.
    παραπείθω->, εξαπατώ κπ., τον παρασύρω με παραπλανητικά λόγια ή επιχειρήματα
    Πρόταση: Παραπείησε τους πάντες με τα λόγια

    Ποια είναι η παρακάτω λέξη; όποιος την βρει κερδίζει ένα γλυφιτζουτράκι !!!! Α_ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ _ ι

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ΟΜΑΔΑ iii

    πειθώ->η ικανότητα προσώπου να πείθει με το λόγο τους άλλους
    πειθαναγκάζω->αναγκάζω κπ. να συμφωνήσει μαζί μου και να με υπακούσει, χρησιμοποιώντας ψυχολογική βία ή απειλές.
    πειθαναγκασμός->η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του πειθαναγκάζω
    πειθαρχείο->ειδικός θάλαμος για τον εγκλεισμό στρατιωτών τιμωρημένων για πειθαρχικό παράπτωμα.
    πειθαρχημένος->που έχει μάθει και πειθαρχεί: Πειθαρχημένοι στρατιώτες.
    πειθαρχώ ->πείθομαι (εκούσια ή αναγκαστικά) και υπακούω σε κανόνες ή εντολές
    αντιπειθαρχικός->που χαρακτηρίζεται από άρνηση ή παράβαση των κανόνων της πειθαρχίας.
    απειθάρχητος->που δεν του έχουν επιβάλει ή που δεν μπορούν να του επιβάλουν πειθαρχία.
    απειθαρχία->η έλλειψη πειθαρχίας
    απείθαρχος-> που συνήθίζει να απειθαρχεί.
    απειθαρχώ->αρνούμαι να εκτελέσω αυτό που με διέταξαν.
    απειθής->που δεν υπακούει σε, θεσμοθετημένους κυρίως
    αυτοπειθαρχία->η πειθαρχία που επιβάλλει κάποιος στον εαυτό του
    αυτοπειθαρχούμαι->επιβάλλω πειθαρχία στον εαυτό μου
    ευπείθεια->η ιδιότητα του ευπειθετο
    ευπειθής->που υπακούει με προθυμία σε θεσμοθετημένους κυρίως κανόνες
    είθω->κάνω κπ. να αλλάξει ορισμένη απόφαση ή γνώμη
    παραπείθω->, εξαπατώ κπ., τον παρασύρω με παραπλανητικά λόγια ή επιχειρήματα

    Α)πιθανός,που μπορεί, που είναι δυνατό να συμβεί, να υπάρξει
    Β)πιθανότητα, η ιδιότητα του πιθανού, το ενδεχόμενο, η δυνατότητα να συμβεί, να υπάρξει
    Α)πιθανολογία, λόγος που παρουσιάζει κτ. ως πιθανό, που βασίζεται σε πιθανότητες ή σε υποθέσεις.
    Β)απίθανος, που δεν μπορεί εύκολα να γίνει πιστευτός, που δεν είναι πιθανός.
    Γ)πιθανοκρατία, θεωρία, σύμφωνα με την οποία, επειδή η γνώση της απόλυτης
    αλήθειας είναι αδύνατη, το μόνο εφικτό είναι η προσέγγιση της πιθανότερης εκδοχής.
    Δ)πιθανολογώ, εμφανίζω, παρουσιάζω κτ. ως πιθανό, μιλώ βασισμένος σε πιθανότητες
    αυτοπεποιθηση: η πεποίθηση, η εμπιστοσύνη κάποιου στον εαυτό του, στις δυνάμεις του και στις ικανότητές του
    πεποιθηση: πεποίθηση σταθερή γνώμη, άποψη, βεβαιότητα ότι αυτό που θεωρεί κάποιος σωστό ισχύει πραγματικά


    ΑΣΚΗΣΗ

    ΠΑΝΤΟΜΙΜΑ ΜΕ ΛΕΞΗ ΤΟΥ ΠΕΙΘΩ
    Υ.Γ.: ΤΗΝ ΛΕΞΗ ΘΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΘΗΤΕ!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ομαδα 2

    πειθώ πρόταση,πειθαναγκάζω,πειθαρχείο,πειθαρχημένος,Πειθαρχημένοι,πρόταση,πειθαρχώ, αντιπειθαρχικός,
    απειθαρχία,απειθαρχώ.απειθής,αυτοπειθαρχία,αυτοπειθαρχούμαι,ευπείθεια
    παραπείθω.πιθανός,πιθανότητα,πιθανολογία,απίθανος,πιθανοκρατία,πιθανολογώ,

    συνθετη λεξη αυτοπεποιθηση: η πεποίθηση, η εμπιστοσύνη κάποιου στον εαυτό του, στις δυνάμεις του και στις ικανότητές του:

    παραγωγη λεξη πεποιθηση: πεποίθηση σταθερή γνώμη, άποψη, βεβαιότητα ότι αυτό που θεωρεί κάποιος σωστό ισχύει πραγματικά


    προτασεις: εχω την πεποιθηση οτι θα γραψω καλα στο διαγωνισμα

    αυτοπεποιθηση: Αποκτήστε αυτοπεποίθηση και χαμογελάστε στη ζωή

    Άσκηση

    Πως θα μπορουσε να λεγεται αυτος που δεν υπακουει;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ΟΜΑΔΑ 4
    πειθώ->η ικανότητα προσώπου να πείθει με το λόγο τους άλλους
    πειθαναγκάζω->αναγκάζω κπ. να συμφωνήσει μαζί μου και να με υπακούσει, χρησιμοποιώντας ψυχολογική βία ή απειλές.
    πειθαναγκασμός->η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του πειθαναγκάζω
    πειθαρχείο->ειδικός θάλαμος για τον εγκλεισμό στρατιωτών τιμωρημένων για πειθαρχικό παράπτωμα.
    πειθαρχημένος->που έχει μάθει και πειθαρχεί: Πειθαρχημένοι στρατιώτες.
    πειθαρχώ ->πείθομαι (εκούσια ή αναγκαστικά) και υπακούω σε κανόνες ή εντολές·
    αντιπειθαρχικός->που χαρακτηρίζεται από άρνηση ή παράβαση των κανόνων της πειθαρχίας.
    πρόταση: Aντιπειθαρχική συμπεριφορά έχει ο Γιάννης διότι πάραβασε τους κανόνες πειθαρχείας
    απειθάρχητος->που δεν του έχουν επιβάλει ή που δεν μπορούν να του επιβάλουν πειθαρχία.
    απειθαρχία->η έλλειψη πειθαρχίας
    απείθαρχος-> που συνήθίζει να απειθαρχεί.
    απειθαρχώ->αρνούμαι να εκτελέσω αυτό που με διέταξαν.
    απειθής->που δεν υπακούει σε, θεσμοθετημένους κυρίως
    αυτοπειθαρχία->η πειθαρχία που επιβάλλει κάποιος στον εαυτό του
    ευπείθεια->η ιδιότητα του ευπειθούς
    ευπειθής->που υπακούει με προθυμία σε θεσμοθετημένους κυρίως κανόνες
    μεταπείθω->κάνω κπ. να αλλάξει ορισμένη απόφαση ή γνώμη
    παραπείθω->, εξαπατώ κπ., τον παρασύρω με παραπλανητικά λόγια ή επιχειρήματα
    πεποίθηση ενεργεια/κατασταση
    αυτοπεποίθηση αυτος(αντωνυμια)+πεποιθηση(ουσιαστικο)
    πιθανός,που μπορεί, που είναι δυνατό να συμβεί, να υπάρξει
    πιθανότητα, η ιδιότητα του πιθανού, το ενδεχόμενο, η δυνατότητα να συμβεί, να υπάρξει
    πιθανολογία, λόγος που παρουσιάζει κτ. ως πιθανό, που βασίζεται σε πιθανότητες ή σε υποθέσεις.
    απίθανος, που δεν μπορεί εύκολα να γίνει πιστευτός, που δεν είναι πιθανός.
    πιθανοκρατία, θεωρία, σύμφωνα με την οποία, επειδή η γνώση της απόλυτης
    αλήθειας είναι αδύνατη, το μόνο εφικτό είναι η προσέγγιση της πιθανότερης εκδοχής πιθανολογώ, εμφανίζω, παρουσιάζω κτ. ως πιθανό, μιλώ βασισμένος σε πιθανότητες

    ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΟΜΑΔΕΣ
    Θα σας δίξουμε τη λέξη με παντομίμα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ομάδα 1 ασκ. 2
    ‘’Είναι 16 Σεπτέμβρη, πρώτη μέρα του Νίκου στο στρατό. Είναι καλά πειθαρχημένος για να τον νοιάξει αν θα περάσει καλά ή όχι, το μόνο που θέλει είναι να τελειώσει, να βγει από εκεί και πιθανόν να γυρίσει σπίτι. Έφτασε μεσημέρι, μαζεύτηκαν στη τραπεζαρία να φάνε το μεσημεριανό τους και μετά να γυρίσουν πάλι στη πειθαρχική εκπαίδευση τους. Τα ΜΜΕ είχαν πει πως πιθανότατα θα έβρεχε σήμερα, αλλά ήταν απίθανο να μην τους πήγαιναν για εκπαίδευση. Ο λοχαγός του είναι αρκετά πειθαναγκαστικός για να τους αφήσει να ‘’ξεσκάσουν’’ από τη μιζέρια που τους έπληττε. Επιτέλους βράδιασε, όλοι πήγαν στα κρεβάτια τους.

    Αν σας πείσαμε ότι το βιβλίο είναι ωραίο αγοράστε το.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένας παππούς που προσπαθούσε να πείσει τον εγγονό του να πούληση το χωράφι . Τα παρακάλια του για να τον μεταπείσει ήταν ματαία , σκέφτηκε να τον πάει εσώκλειστο στο πειθαρχείο. Αφού στο παρελθόν είχε διαπράξει διάφορα εγκλήματα. Ευχόταν να ήταν ευπειθής σαν την μητέρα του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. ΟΜΑΔΑ4
    Ο τρόπος πειθαρχίας στην Αρχαία Ελλάδα
    Στην Αρχαία Ελλάδα ο τρόπος πειθαρχίας που ασκούνταν σε νέους ανθρώπους όπως σε παιδία, στρατιώτες , αλλά και πολίτες του κράτους αποτελούσε κύρια πηγή για τη σωστή ανάπτυξη των ατόμων.
    Στο σπίτι : Οι γονείς φερόντουσαν στα παιδία με σκληρό τρόπο. Στο σπίτι επικρατούσε πάντα ένα κλίμα πειθαρχίας.
    Στο σχολείο : Οι δάσκαλοι έπειθαν τους γονείς να δέρνουν τα παιδία όταν δεν υπάκουαν. Αυτά με τη σειρά τους φερόντουσαν αντιπειθαρχικά.
    Στον στρατό : Και στον στρατό το κλίμα ήταν βαρύ. Στα πειθαρχία οι στρατιώτες αντιμετώπιζαν την εξουσία…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. ΟΜΑΔΑ 5

    Σήμερα το πρωί εχουμε μια πιθανότητα να πάμε μία εκδρομή.Ο Διευθυντής δεν πείθεται εμείς όμως προσπαθούμε να τον πείσουμε. τον Κ Διευθυντή.
    Τελικα τον πείσαμε με πολυ κόπο και προσπαθεια να παμε εκδρομη.Η πειθαρχεια που μας επιβαλει μας βοηθησε πολυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Ομαδα 2

    Προσπαθω να πεισω την φιλη μου να κανει αυτο που της αρεσει, και οχι αυτο που θελουν οι αλλοι,αλλα αυτη ειναι απειθαρχη, εχει ελειψη πειθαρχειας.Της λεω πως ειναι απιθανη στο χορο αλλα είναι πολυ απειθης.Εχει πειθαναγκασει τον εαυτο της πως ειναι αχαρη.Πιθανοτατα να φταει ο εγωισμος της.Ειναι πολυ απειθαρχη με τον εαυτο της,μα μερικες φορες καταφερνω να την πεισω να ειναι ο εαυτος της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.